07/09/2025

«ΑΕΠ σε Άνοδο, Μισθοί σε Πτώση: Η Αντίφαση της Οικονομίας»

Την ώρα που η ελληνική οικονομία επιδεικνύει σημάδια ανάκαμψης με το ΑΕΠ να αυξάνεται σταθερά από το 2017, με εξαίρεση το 2020 λόγω της πανδημίας, η πραγματικότητα για τον μέσο εργαζόμενο παραμένει ζοφερή. Όπως επισημαίνει μελέτη του ΚΕΠΕ, που κατήρτισαν οι Γεώργιος Μπερτσάτος και Χρήστος Χρυσανθακόπουλος, οι αμοιβές εργασίας παραμένουν στάσιμες, δημιουργώντας ένα ανησυχητικό και

Το ΑΕΠ αυξάνεται και οι μισθοί συρρικνώνονται!

Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και οι εργαζόμενοι

Ενώ η ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια ανάκαμψης με το ΑΕΠ να αυξάνεται σταθερά από το 2017, εκτός από το 2020 λόγω της πανδημίας, η καθημερινότητα του μέσου εργαζομένου παραμένει δύσκολη.

Σύμφωνα με έρευνα του ΚΕΠΕ που εκπόνησαν οι Γεώργιος Μπερτσάτος και Χρήστος Χρυσανθακόπουλος,οι μισθοί δεν έχουν σημειώσει ουσιαστική πρόοδο,δημιουργώντας ένα ανησυχητικό χάσμα μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και των αποδοχών των εργαζομένων. Αυτή η διαφορά επιβεβαιώνει την ανισορροπία στη διανομή του πλούτου και εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητα του αναπτυξιακού μοντέλου στην Ελλάδα.

Ανησυχητική είναι επίσης η παρατήρηση ότι το ποσοστό των αμοιβών εργασίας σε σχέση με το ΑΕΠ όχι μόνο υστερεί σημαντικά σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αλλά παρουσιάζει επίσης μια μακροχρόνια καθυστέρηση. Ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος λαμβάνει ολοένα μικρότερο ποσοστό από την αύξηση του Εθνικού Εισοδήματος. Από το 1995 μέχρι σήμερα, αυτό το ποσοστό κυμαίνεται γύρω στο 34% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι περίπου 47%. Παρά μια μικρή βελτίωση μέχρι τα χρόνια 2011-2012 (πριν τις μεγάλες περικοπές στους μισθούς), φτάνοντας στο 36,8%, η κρίση και τα μνημόνια ανέκοψαν αυτή την τάση.

Οι μειώσεις στους μισθούς καθώς και η εξασθένηση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων λόγω κατάργησης συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αύξησης της ανεργίας έχουν οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση αυτής της κατάστασης. Το ποσοστό αναμένεται να υποχωρήσει στο 35% έως το 2024. Αυτή η εικόνα αποκαλύπτει σοβαρά δομικά προβλήματα στη διάθεση του παραγόμενου πλούτου σύμφωνα με τις αναλύσεις του ΚΕΠΕ.

Ταυτόχρονα, το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα στην Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Από ποσοστό 61,3% επί του ΑΕΠ το 1995 έχει παραμείνει σταθερά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (περίπου 41,5%), ξεπερνώντας μάλιστα το 50% τα τελευταία τέσσερα χρόνια (2021-2024).Αυτό δείχνει ότι ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής αξίας κατευθύνεται προς τις επιχειρήσεις.

Όπως σημειώνεται στις σχετικές αναφορές,οι χαμηλές αμοιβές καθώς και ο μεγάλος αριθμός αυτοαπασχολούμενων εντείνουν αυτή την ανισορροπία εγείροντας ερωτήματα για τη δίκαιη κατανομή πλούτου αλλά και τη βιωσιμότητα αυτού του μοντέλου ανάπτυξης.

Η ανάκαμψη μετά την πανδημία φαίνεται να έχει εντείνει ακόμη περισσότερο τα κέρδη για επιχειρήσεις και τράπεζες εις βάρος των εργαζομένων. Η εικόνα γίνεται ακόμα πιο δυσαρεστημένη όταν εξετάσουμε τις πραγματικές μεταβολές στον μέσο ετήσιο μικτό μισθό: από το 2009 έως σήμερα η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕE27 με τη μεγαλύτερη αρνητική μεταβολή (-34,3%).

Aν συγκρίνουμε τη σωρευτική πραγματική ποσοστιαία μεταβολή στις αμοιβές εργασίας για την περίοδο από το 2009 έως το 2024 θα δούμε ότι πολλές χώρες στην ΕE27 έχουν σημειώσει αύξηση άνω του +20%. Μικρός αριθμός χωρών κινείται σε θετικά επίπεδα κοντά στο +20%,ενώ μόνον η Ελλάδα εμφανίζει αρνητική μεταβολή σχεδόν -21%. Οι χώρες που πρωτοστατούν στην αύξηση είναι: Μάλτα (+147%), Βουλγαρία (+138%), Λιθουανία (+102%) κι Ρουμανία (+87%). Στην αντίθετη πλευρά βρίσκονται Ιταλία (2%),Ουγγαρία (7%) κι Ισπανία (8%) μαζί με την Ελλάδα.

Sε πραγματικούς όρους όσον αφορά στο ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα ξεχωρίζουν Ιρλανδία (+262%) κι Μάλτα (+210%). Στη συνέχεια έρχονται Λουξεμβούργο (+66%), Κύπρος (+59%), Βουλγαρία (+58%) κτλ., ενώ τελευταίες θέσεις κατέχουν Αυστρία (-1,6%) κι Ελλάδα (-25%). Η Λετονία (5,1%) κι Ισπανία (5,3%) βρίσκονται λίγο πιο ψηλά στη λίστα.