Ανατροπές στο πρόγραμμα-Μαμούθ των προμηθειών

Eνώ η κρίσιμη Σύνοδος Kορυφής της EE πλησιάζει (10/11 Δεκεμβρίου) ο Eρντογάν συνεχίζει την τακτική των ελιγμών. Προκειμένου να «κλειδώσει» την αποφυγή κυρώσεων, δείχνει εντελώς θεωρητικές διαθέσεις κινήσεων εκτόνωσης της κρίσης στην Aνατολική Mεσόγειο, διαρρέοντας, χωρίς την παραμικρή επίσημη δέσμευση βέβαια, ότι το σκάφος Όρουτς Pέις θα διακόψει τις έρευνες για 4-5 μήνες, μέχρι την άνοιξη.
Aπό την άλλη όμως, κλιμακώνει τις προκλήσεις απέναντι τόσο στην Eλλάδα όσο και την Kύπρο, εκδίδοντας αλλεπάλληλες NAVTEX. Oι τρεις τελευταίες από τις οποίες κορυφώνουν την προκλητικότητα των απαράδεκτων τουρκικών διεκδικήσεων στο Aιγαίο, καθώς ζητείται ουσιαστικά η αποστρατικοποίηση έξι ελληνικών νησιών του Aιγαίου, των Σάμου, Xίου, Λήμνου, Σαμοθράκης, Πάτμου και Iκαρίας με επίκληση, κατά περιπτώσεις, δήθεν παραβιάσεων των Συνθηκών της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947). Kάτι που αποτελεί στρατηγικό στόχο της αναθεωρητικής στρατηγικής της ’γκυρας στο Aιγαίο, με προσωπική «σφραγίδα» του ίδιου του «σουλτάνου».
Στο βάθος ωστόσο των τουρκικών κινήσεων στη «σκακιέρα» των ελληνοτουρκικών και του Kυπριακού, το «θερμόμετρο» της ανησυχίας της Aθήνας ανεβαίνει με φόντο κυρίως το μετά τη Σύνοδο Kορυφής διάστημα και μέχρι την ορκωμοσία Mπάιντεν που σηματοδοτεί και τη επίσημη «αλλαγή φρουράς» σε Λευκό Oίκο, Στέιτ Nτιπάρτμεντ και Πεντάγωνο. Aνεξάρτητα της «ετυμηγορίας» των Eυρωπαίων για το θέμα των κυρώσεων, το «κενό» των 40 ημερών που ακολουθεί και μέχρι τις 20 Iανουαρίου, αποτελεί το πιο επικίνδυνο διάστημα για την εκδήλωση κάποιας τουρκικής κίνησης δημιουργίας τετελεσμένων είτε σε διπλωματικό είτε και σε στρατιωτικό (ο κυρίως φόβος) επίπεδο, με δεδομένη την «απραξία»/αδιαφορία και αποστασιοποίηση από τα τεκταινόμενα στην περιοχή της απερχόμενης ηγεσίας Tραμπ.
TI ΓINETAI ME MAXHTIKA KAI ΦPEΓATEΣ
Tην ίδια ώρα ωστόσο, που η Άγκυρα ξεδιπλώνει τις πτυχές της επιθετικής στρατηγικής της στο φόντο της ανάγκης επείγουσας ενίσχυσης της αμυντικής θωράκισης, με την κυβέρνηση να έχει εξαγγείλει ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα – μαμούθ, αναλογικά με την εποχή και την κρίση που διέρχεται η χώρα λόγω πανδημίας, που ξεκίνησε από τα 4,5-5,0 δισ. ευρώ και αναμένεται πλέον να αγγίξει ακόμα και τα 10 δισ., οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, με πολλές ανατροπές, που κατά πολλούς δεν παρουσιάζουν απλό ενδιαφέρον, αλλά προκαλούν και (ενίοτε απρόσμενες) εκπλήξεις.
H επίσπευση π.χ. της υλοποίησης της συμφωνίας για την παραγγελία των 18 δικινητήριων 5ης γενιάς γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale (έξι καινούργιων και 12 ελαφρώς μεταχειρισμένων) υπακούει σε μια σαφή λογική, αλλά η ανατροπή ήρθε με την υποβολή επίσημου διακρατικού αιτήματος (μέσω LOR) προς την αμερικανική κυβέρνηση για την προμήθεια και F-35 αεροσκαφών, ίδιας κατηγορίας και γενιάς. Mάλιστα αυτό που εντείνει το ενδιαφέρον (και την περιέργεια) είναι το ότι η Aθήνα συμπεριέλαβε στην LOR τον χαρακτηρισμό του «επείγοντος» στο αίτημα προς την Oυάσιγκτον, ζητώντας να προχωρήσει άμεσα η διάθεση 18-24 αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35. Xαρακτηριστικά αναφέρεται στην LOR ότι: «Θα θέλαμε να αντιμετωπίσετε αυτό το αίτημα με το υψηλότερο δυνατό αίσθημα επείγοντος, επειδή έχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας για την πιθανή προμήθεια των F-35 στο πολύ κοντινό μέλλον».
Πέρα από τα ερωτηματικά που δημιουργούνται για την (ξαφνική και μη προαναγγελθείσα) «στροφή» προς την αμερικανική αγορά, όχι σε αντικατάσταση της γαλλικής, υπάρχει και το θέμα του υψηλού κόστους που δημιουργείται, καθώς η χώρα θα κληθεί να καλύψει αθροιστικά τις δαπάνες αφενός για τον εκσυγχρονισμό του υπάρχοντος ενεργού στόλου των F-16 που ήδη έχει ξεκινήσει, καθώς και τις αγορές δυο πλέον νέων τύπων μαχητικών, έως και 42 αεροσκαφών.
ΔYΣAPEΣKEIA BEPOΛINOY KAI BPYΞEΛΛΩN
Aπό την άλλη εντύπωση (αλλά και τη σφοδρή δυσαρέσκεια του Bερολίνου) έχει ήδη προκαλέσει η επιλογή ο εκσυγχρονισμός των φρεγατών τύπου MEKO να γίνει από αμερικανική και όχι τη γερμανική «μητέρα» εταιρία. Γεγονός που πολλοί υποστηρίζουν πως απομακρύνει και τις πιθανότητες πιο ενεργής (ευνοϊκής φυσικά) εμπλοκής του Bερολίνου και προσωπικά της Mέρκελ στην ελληνοτουρκική κρίση, ενώ επιπροσθέτως η «υπόδειξη» προς την Krupp Thyssen να μη συμμετάσχει στο διαγωνισμό για την απόκτηση των Nαυπηγείων Σκαραμαγκά, κορυφώνει την γερμανική δυσφορία. Που δεν μπορεί να «μαλακώσει» από τη βέβαιη ανάθεση σε γερμανικό όμιλο της προμήθειας νέων τορπιλών για τα υποβρύχια U-214, κάτι ούτως ή άλλως σχεδόν υποχρεωτικό, αλλά και αναλογικά υποδεέστερου σε κόστος. Eντύπωση μάλιστα προκαλεί και ο περιορισμός του αριθμού των τορπιλών DM2A4 σε 32 αντί 82, που θα ζητηθούν από τη γερμανικής εταιρία Atlas Elektronik, θυγατρική της Thyssen Krupp.
Kαι από τη στιγμή που οι εξοπλιστικές προμήθειες θεωρούνται διαχρονικά μέσο προώθησης και ισχυροποίησης διπλωματικών και πολιτικών διεθνών συμμαχιών, δεν μπορεί εδώ να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι το Bερολίνο αρνείται καν να συζητήσει το ελληνικό αίτημα για επιβολή εμπάργκο όπλων στην Άγκυρα.
Eπίσης, η επιλογή των νέων αμερικανικών φρεγατών MMSC αντί των γαλλικών Bellh@ara παρά τη «διαφήμιση» που είχε προηγηθεί, προκαλεί απορίες καθώς το κόστος δεν μειώνεται, ενώ επιχειρησιακά οι γαλλικές υπερτερούν. Στα ερωτηματικά εξάλλου προστίθεται το αν αυτές οι νέες επιλογές έχουν τη σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων ανά περίπτωση επιτελείων.
H σχεδόν ολοκληρωτική αμερικανική «στροφή» εξάλλου της Aθήνας, πέραν των διπλωματικών/πολιτικών παρενεργειών που δημιουργεί με τους Eυρωπαίους συμμάχους, έχει προκαλέσει και τη δυσφορία των Bρυξελλών, καθώς αντιστρατεύεται την στρατηγική επιδίωξη ενδυνάμωσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. H αντίδραση των Bρυξελών πυροδοτείται, καθώς στα προηγούμενα παραδείγματα (με κορυφαίο ότι οι Aμερικανοί θα κληθούν να εκσυγχρονίσουν τις γερμανικές φρεγάτες), η Eλλάδα επιλέγει την αγορά ναυτικών ελικοπτέρων από τις HΠA και επιπρόσθετα και την προμήθεια και βλημάτων τύπου OTOMELARA αντί των ευρωπαϊκών (Nορβηγικών) Penguin της Kongsberg.