Ανατροπές στους Μισθούς: Οι Σοκαριστικές Αποκαλύψεις της Νέας Έκθεσης της ΓΣΕΕ

Περισσότερα από 15 χρόνια μετά την οικονομική κρίση, οι μισθοί στην Ελλάδα εξακολουθούν να παραμένουν σε επίπεδα που δεν διασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση για μεγάλο μέρος των εργαζομένων, όπως  δείχνουν τα στοιχεία της  Ετήσιας Έκθεσης του 2025 του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ  για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση. Μάλιστα στην έκθεση επισημαίνεται πως ο μέσος

Τι αποκαλύπτει νέα έκθεση της ΓΣΕΕ για τους μισθούς – enikonomia.gr

Κατάσταση Μισθών και Οικονομίας στην Ελλάδα το 2024

Περισσότερα από 15 χρόνια μετά την οικονομική κρίση, οι μισθοί στη χώρα μας παραμένουν σε επίπεδα που δεν εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή ζωή για ένα σημαντικό ποσοστό των εργαζομένων. Αυτό αποδεικνύεται από τα δεδομένα της Ετήσιας Έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και απασχόληση του 2025.

Στην έκθεση αναφέρεται ότι ο μέσος ετήσιος πραγματικός μισθός έχει υποχωρήσει κατά 32,8% μεταξύ των ετών 2009–2024.Ακόμα και κατά την πενταετία 2019–2024, η μείωση ανήλθε στο 1,1%, παρά τη μικρή αύξηση κατά 2,9% που παρατηρήθηκε στη διετία 2023–2024. Το έτος 2024 η ελληνική οικονομία παρουσίασε πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3%, με θετική συμβολή από την κατανάλωση (+1,5%) και τις επενδύσεις (+0,7%), ενώ αρνητικά επηρεάστηκαν οι δημόσιες δαπάνες (-0,8%) καθώς και οι καθαρές εξαγωγές (-2%). Παρά ταύτα, η Ελλάδα συνεχίζει να είναι το δεύτερο φτωχότερο κράτος-μέλος της ΕΕ λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα σε σχέση με το κόστος ζωής.

Από το διάστημα μεταξύ των ετών 2019–2023 παρατηρείται ότι το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά περίπου €8 δισεκατομμύρια ενώ η πραγματική κατανάλωση ανέβηκε στα €7.9 δισεκατομμύρια. Ωστόσο, η αύξηση στους πραγματικούς μισθούς περιορίστηκε μόλις στα €130 εκατομμύρια όταν αντίστοιχα τα έσοδα από μη μισθωτές εργασίες αυξήθηκαν κατά €2.6 δισεκατομμύρια και αυτά από πλούτο κατά €4.5 δισεκατομμύρια.

Η Ελλάδα καταγράφει τη δεύτερη χαμηλότερη συμμετοχή των μισθών στην ανάπτυξη των πραγματικών πρωτογενών εισοδημάτων εντός της ΕΕ. Ταυτόχρονα διαπιστώνεται ότι η μέση μηνιαία κατανάλωση όσων εργάζονται με σύμβαση παρέμεινε αμετάβλητη ενώ εκείνη των αυτοαπασχολούμενων μειώθηκε σημαντικά· αντίθετα οι εργοδότες είδαν τις καταναλωτικές τους συνήθειες να σχεδόν διπλασιάζονται σε σύγκριση με τους υπαλλήλους.

Κερδοφορία έναντι Αμοιβής

Παρά την αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας που ανέρχεται στο +1.2% για την περίοδο μεταξύ του 2019 έως το 2024, ο μέσος όρος ωρομίσθιου μειώθηκε κατά -4.7%. Από τους έντεκα κύριους κλάδους της οικονομίας μόνο σε δύο σημειώθηκαν αυξήσεις στους μισθούς παράλληλα με τις βελτιώσεις στην παραγωγικότητα.

Ως αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου είναι ότι το ποσοστό κερδών στο ΑΕΠ έφθασε στο +50.2% για τον χρόνο αυτόν συγκριτικά με +41% στον ευρωπαϊκό χώρο συνολικά ενώ οι αμοιβές υποχώρησαν δραστικά.

Διαβίωση Μισθωτών

Tο ποσοστό σοβαρής υλικής στέρησης ανάμεσα στους εργαζόμενους ανέρχεται πλέον στο +8.8%, σημειώνοντας άνοδο από +8% τον προηγούμενο χρόνο όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν μόλις +3.8%. Η χώρα μας βρίσκεται στη δεύτερη χειρότερη θέση εντός της Ένωσης πίσω μόνο από τη Βουλγαρία.

  • %29: 29.% δεν μπορούσαν να ξοδέψουν ούτε ένα μικρό ποσό για προσωπικές ανάγκες (έναντι %27.% πέρυσι).
  • %23: 23.% δήλωσαν αδυναμία συμμετοχής σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
  • %57: Το ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας αγγίζει πλέον %57,% ξεπερνώντας τη Βουλγαρία στις υψηλές τιμές αυτού του δείκτη.

Συμπέρασμα

Aνεξάρτητα από την ανάκαμψη του ΑΕΠ καθώς επίσης κι απ’ τις ήπιες αυξήσεις στις καταναλωτικές συνθήκες ,οι μισθολογικές απολαβές εξακολουθούν να βρίσκονται καθηλωμένες ενώ υπάρχει διεύρυνση ανησυχητικής ανισότητας υπέρ κερδοφορίας εις βάρος αμοιβής . Η βελτίωση στον οικονομικό δείκτη δεν μεταφράζεται σε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους περισσότερους εργαζόμενους .

Οικονομικές Προβλέψεις και Προκλήσεις για την Ελλάδα το 2024

Το 2023, η Ελλάδα αναμένεται να καταγράψει δημοσιονομικό πλεόνασμα που θα φτάσει το 4,8% του ΑΕΠ το 2024, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη επίδοση από το 1995 και έπειτα.Η μετάβαση της οικονομίας σε καθεστώς υψηλών πλεονασμάτων αποτυπώνεται στην αναβάθμιση του δείκτη φερεγγυότητας του δημόσιου τομέα στο αξιόπιστο επίπεδο του Κερδοσκόπου για πρώτη φορά μετά την πανδημία. Για τα έτη 2025-2026, οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο δείκτης φερεγγυότητας της Γενικής Κυβέρνησης θα παραμείνει σε αξιοπιστία, ενισχύοντας τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και τη συνολική υγεία της οικονομίας.

Μετά την πανδημία, η Ελλάδα επιτυγχάνει βελτίωση στους όρους εξωτερικού εμπορίου, γεγονός που έχει θετικές σωρευτικές επιδράσεις στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την περίοδο 2019-2024. Αυτή η βελτίωση συνοδεύεται από αύξηση της εξωστρέφειας στον τομέα της Μεταποίησης, καθώς ένα αυξανόμενο ποσοστό των πωλήσεων κατευθύνεται προς τις διεθνείς αγορές. Παρ’ όλα αυτά,η μεγαλύτερη εξωστρέφεια δεν έχει οδηγήσει σε βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου λόγω των δυσκολιών στην κάλυψη των εισαγωγών με τις εξαγωγές.

Η υποβάθμιση της θέσης της χώρας στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας είναι ένας σημαντικός παράγοντος που επηρεάζει αυτήν την κατάσταση. Αυτό αποδεικνύεται από τη διαχρονική αδυναμία υποκατάστασης εισαγόμενων ενδιάμεσων αγαθών με εγχώρια προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Ως αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι ότι η πρόσφατη ανάκαμψη συνδέεται με διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος.

Αναλύοντας συγκεκριμένες κατηγορίες αγαθών για το 2023 σε σύγκριση με το 2019, μόλις τέσσερις κατηγορίες παρουσιάζουν θετική καθαρή εξαγωγή και μόνο δύο από αυτές προέρχονται από τον μεταποιητικό κλάδο. Η εξάρτηση από εισαγωγές αγροτικών προϊόντων αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την οικονομική ανθεκτικότητα και ασφάλεια απέναντι στις διαταραχές των εμπορικών αλυσίδων.

Στην περίπτωση των τροφίμων στην Ελλάδα για το έτος 2022 παρατηρείται αύξηση στην εξάρτηση από τις εισαγωγές συγκριτικά με το προηγούμενο έτος (2019), κυρίως στα «Αλκοολούχα ποτά», «Γαλακτοκομικά προϊόντα» και «Φυτικά έλαια». Σχεδόν τα μισά αγροκτηνοτροφικά προϊόντα παρουσίασαν μειώσεις στην αυτάρκεια τους.

Παρά τις μακροοικονομικές προκλήσεις, οι βασικοί δείκτες αγοράς εργασίας συνέχισαν να βελτιώνονται μέχρι το 2024.Το ποσοστό απασχόλησης ηλικιακής ομάδας μεταξύ 15-64 ετών ανήλθε στο 63,3%, σημειώνοντας αύξηση κατά μία μονάδα έναντι του προηγούμενου χρόνου (1,5%) και σχεδόν επτά μονάδες συγκριτικά με πριν την πανδημία (2019). Αντίστοιχα μειώθηκε επίσης ο δείκτης ανεργίας στα άτομα ηλικίας μεταξύ 15-74 ετών στο επίπεδο του10%. Παρά αυτές τις εξελίξεις όμως η χώρα μας εξακολουθεί να καταγράφει χαμηλό ποσοστό απασχόλησης συγκριτικά με άλλες χώρες μέλη της ΕΕ.

Η κατάσταση αυτή αντικατοπτρίζεται επίσης στη διαφορά απασχόλησης μεταξύ ανδρών και γυναικών όπου η Ελλάδα εμφανίζει μια εκτενή ανισότητα στον πληθυσμό αυτόν μέσα στην ΕΕ-27. Επιπλέον οι μισθοί συνεχίζουν να παραμένουν καθηλωμένοι κάτω από επίπεδα που θα μπορούσαν να προσφέρουν αξιοπρεπή διαβίωση στους εργαζόμενους.

Συμπεράσματα

“Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν ότι οι πολιτικές στήριξης πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας καθώς επίσης στη στήριξη των εργαζομένων ώστε να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες αβεβαιότητες.”

Αναπτυξιακή Δυναμική και Κοινωνικές Ανισότητες

Η σειρά των κρίσεων που έχουν προκύψει τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, σε συνδυασμό με τις πολυδιάστατες αλλαγές που επιφέρουν οι σύγχρονες τάσεις (όπως η κλιματική αλλαγή, η αυτοματοποίηση, η μετανάστευση και οι μεταβολές στο παραγωγικό μοντέλο των οικονομιών), έχει ήδη επηρεάσει την αναπτυξιακή πορεία των περιοχών μας. Αυτές οι εξελίξεις έχουν ανισομερή αντίκτυπο στη δημογραφική τους εξέλιξη, τη δομή και την ανθεκτικότητα του παραγωγικού τους συστήματος καθώς και στα επίπεδα εισοδήματος και στις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών.

Είναι ενδεικτικό ότι ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ηλικίας 15-64 ετών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 6,8% ή 335.700 άτομα κατά τη διάρκεια της πολυκρίσης (2009-2024).Στο περιφερειακό επίπεδο, η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στην Περιφέρεια Θεσσαλίας (-13,8%). Σημαντική συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού καταγράφηκε επίσης στις περιφέρειες Αττικής (-10,4%), Ηπείρου (-8,5%), Δυτικής Μακεδονίας (-7,9%) και Ιονίων Νήσων (-7%). Σε αντίθεση με αυτές τις περιοχές, πιο ήπια ήταν η μείωση του ενεργού πληθυσμού σε Πελοπόννησο (-5,4%), Νότιο Αιγαίο (-5,1%) και Δυτική Ελλάδα (-4,8%). Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου όπου σημειώθηκε αύξηση τόσο στον πληθυσμό όσο και στο εργατικό δυναμικό.

Το 2023 όλες οι 13 περιφερειακές ενότητες της Ελλάδας παρουσίασαν κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Οι πιο φτωχές περιοχές ήταν το Βόρειο Αιγαίο, η Ήπειρος καθώς και η Ανατολική Μακεδονία – Θράκη με το μέσο ΑΕΠ ανά κάτοικο να κυμαίνεται μεταξύ 16.100 έως 17.100 PPS. Αυτά τα επίπεδα αντιστοιχούν μόλις στο 43% έως 46% εκείνου της Περιφέρειας Αττικής που κατέγραψε το υψηλότερο εισόδημα ανά κάτοικο το 2023 (36.700 PPS). Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι εκτός από την Αττική και το Νότιο Αιγαίο όλες οι άλλες περιφέρειες είχαν κατά κεφαλήν A.E.P κάτω από τον μέσο όρο της οικονομίας.

Σε σύγκριση με το έτος 2009 παρατηρείται ότι όλες οι περιφέρειες κατέγραψαν μέχρι το 2022 πτώση στις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά ώρα που ξεπερνούσε το 25%.Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφηκε στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (-40%) ακολουθούμενη από Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης (-35%), Βορειού Aιγαίου (-35%), Δυτικής Ελλάδας (-30%) καθώς επίσης Ιονίων Νήσων(-30%). Παρόμοια μεγάλη πτώση παρατηρήθηκε σε άλλες περιοχές ενώ μικρότερη ήταν αυτή στη Θεσσαλία(-25%). Παρά την έξοδο από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής κι αύξησης των ονομαστικών μισθών ,οι πραγματικές αμοιβές εξαρτημένης εργασίας συνέχισαν να μειώνονται μεταξύ του2019-2022 λόγω κυρίως της πληθωριστικής κρίσης.

Οι παραπάνω μεταβολές αντικατοπτρίζονται επίσης στις ανισότητες ποιότητας ζωής μεταξύ διαφορετικών περιοχών . Για παράδειγμα ,στις περισσότερες ελληνικές περιφέρειες ,τα ποσοστά του πληθυσμού που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό παρέμειναν για το έτος2024 πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ . Τα υψηλότερα ποσοστά εντοπίστηκαν στις Ιόνιο νήσους(41 ,4 %),Δυτική Μακεδονία(36 ,3 %),Δυτική Ελλάδα(35 ,2 %),Ανατολικής Μακεδονία – Θράκη(33 ,8 %)και Βορειού Aιγαίου(33 ,2 %)ενώ κοντά στον εθνικό μέσο όρο βρέθηκαν Θεσσαλία(25 .8 %)και Στερεά Ελλάδα(25 .7 %).Τα λιγότερα περιστατικά φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στην Ήπειρο (19%,6 ),Νότιο Aϊαίο (20%,3 )και Κρήτη (20%,7 ).

Copyright © All rights reserved. | CoverNews by AF themes.