«Αναζητώντας τη Νέα Ηγεσία του Άρειου Πάγου: Κρίσιμα Ερωτήματα και Προκλήσεις»
Οι ψήφοι δικαστών και εισαγγελέων στον Άρειο Πάγο είναι πραγματική αξιολόγηση, για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης; Κρίσιμο ερώτημα, που απασχολεί και διχάζει τη Δικαιοσύνη και για το οποίο ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι επιθυμούν να κρατήσουν την ανωνυμία τους, γράφουν: «Μέσα στις επόμενες ημέρες πρόκειται να επιλεγούν οι ηγεσίες του Αρείου Πάγου. Ο

Η Αξιολόγηση των Δικαστικών Λειτουργών στον Άρειο Πάγο: Μια Σημαντική Συζήτηση
Είναι οι ψήφοι των δικαστών και εισαγγελέων στον Άρειο Πάγο μια πραγματική αξιολόγηση για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης; Αυτό το κρίσιμο ερώτημα προκαλεί έντονες συζητήσεις και διχάζει τη νομική κοινότητα. Ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, που επιθυμούν να παραμείνουν ανώνυμοι, αναφέρουν:
«Στις επόμενες ημέρες θα επιλεγούν οι ηγεσίες του Αρείου Πάγου. Ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα πρέπει να επιλεγούν από την Κυβέρνηση σύμφωνα με το άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος, αντί να διοριστούν απευθείας. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται από τη Δημοκρατία μας να γίνει αξιολόγηση μεταξύ των υποψηφίων.»
Η διαδικασία αυτή προϋποθέτει σύγκριση προσόντων και λεπτομερή έλεγχο της πορείας τους ως δικαστικών λειτουργών: ήθος, εργατικότητα και αποτελεσματικότητα είναι μερικά από τα κριτήρια που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Με παλαιότερους νόμους έχει προστεθεί η ανάγκη για δύο γνωμοδοτήσεις: μία από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και μία πρόσφατη εκλογική διαδικασία μεταξύ των μελών του Αρείου Πάγου.
Παρά τις ανησυχίες σχετικά με κομματικές παρεμβολές, η πρώτη διαδικασία φάνηκε πιο ουσιαστική στο σύνολό της. Υπήρξαν καλές επιλογές στο παρελθόν, αν και κάποιες δεν ήταν πάντα αποδεκτές από τις εκάστοτε κυβερνήσεις ή κατηγορήθηκαν ως “βραχίονες” τους.
Αντίθετα όμως, η εκλογική διαδικασία μέσω ψηφοφορίας μεταξύ δικαστών αποδείχθηκε προβληματική σε πολλές περιπτώσεις.
Ο νέος νόμος φαίνεται να αγνοεί ότι οι σχέσεις εξάρτησης που δημιουργούνται μέσω ψήφων μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά την ανεξαρτησία των δικαστών. Ιδανικά δεν θα έπρεπε καν να γνωρίζονται μεταξύ τους ώστε η ψήφος τους να είναι αμερόληπτη.
Με το νέο σύστημα ψηφοφορίας για την επιλογή της ηγεσίας του Αρείου Πάγου πολλοί ανώτατοι δικαστές μπλέκονται στην πολιτική λογική συλλογής ψήφων περιφερόμενοι στα γραφεία συναδέλφων τους.
Mπορεί μάλιστα κάποιοι πιο έμπειροι συνδικαλιστικά δικηγόροι να έχουν καλύτερα αποτελέσματα λόγω αυτής της κατάστασης.
Aνακύπτει λοιπόν το ερώτημα: μήπως αυτοί ήταν εκείνοι που επηρεάζουν τη θέσπιση αυτής της εκλογικής διαδικασίας;
«Ωστόσο πώς μπορεί μια πραγματική αξιολόγηση όπως απαιτεί το Σύνταγμα όταν γίνεται λόγος για επιλογές;»
Το Σύνταγμα καθορίζει ότι οι υποψήφιοι ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΙ κι όχι απλά διορίζονται. Γιατί λοιπόν θεωρούνται a priori καλύτεροι αυτοί που συγκέντρωσαν περισσότερες ψήφους; Δεν εξετάζεται καθόλου η επιστημονική τους κατάρτιση ή τα προσόντα τους; Η εργατικότητά τους στις αίθουσες δικών ή στα γραφεία όπου εργάζονται πάνω σε υποθέσεις;
Aν υπηρετούσαν σε ενεργούς θέσεις ή είχαν περιορισμένες ευθύνες χωρίς ουσιαστικά έργα; Το ήθος τους απέναντι στους πολίτες αλλά και στους συναδέλφους είναι επίσης σημαντικό κριτήριο στην τελική αξιολόγηση.
Tέλος, αξίζει να σημειωθεί πως τα αποτελέσματα αυτής της ψηφοφορίας έχουν μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα προς την Κυβέρνηση όσον αφορά την τελική επιλογή στη θέση αυτή. Χωρίς σωστή αξιολόγηση όμως δεν πρόκειται περί πραγματικής επιλογής αλλά μάλλον περί διορισμού “γνωστών” προσώπων – κάτι που αντιβαίνει στις αρχές μιας δημοκρατικής κοινωνίας.»