Χριστόφορος Κατσαδιώτης: “Κάθε μεσημέρι μαζευόντουσαν ομάδες ακροδεξιών, που ήθελαν να πατήσουν πάνω στα έργα”
Ο εικαστικός Χριστόφορος Κατσαδιώτης μιλά στην Βάσια Μπακετέα για τη νέα του έκθεση “Στο εργαστήριο του Χριστόφορου Κατσαδιώτη” στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς 138, για την ελευθερία της έκφρασης και για τις επιθέσεις που έχει δεχτεί με αφορμή τα έργα του στην περιοδική έκθεση “Η Σαγήνη του Αλλόκοτου” της Εθνικής Πινακοθήκης. Β.Μ. Η

Ο εικαστικός Χριστόφορος Κατσαδιώτης μιλά στην Βάσια Μπακετέα για τη νέα του έκθεση “Στο εργαστήριο του Χριστόφορου Κατσαδιώτη” στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς 138, για την ελευθερία της έκφρασης και για τις επιθέσεις που έχει δεχτεί με αφορμή τα έργα του στην περιοδική έκθεση “Η Σαγήνη του Αλλόκοτου” της Εθνικής Πινακοθήκης. Β.Μ. Η νέα σας έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, που θα διαρκέσει μέχρι και τον Ιούλιο, έχει τίτλο “Στο εργαστήριο του Χριστόφορου Κατσαδιώτη”, μπορούμε να πούμε ότι είναι μία έκθεση με αναδρομικό χαρακτήρα, εννοώ ότι περιλαμβάνει στοιχεία από όλη την πορεία σας, και διάφορες θεματικές. Χ.Κ. Αναδρομική είναι όσον αφορά τα animation. Από κει και πέρα, δεν είναι αναδρομικού χαρακτήρα. Επειδή συλλέγω πολλά πράγματα, τα οποία στη συνέχεια μου φαίνονται χρήσιμα πάνω στη δουλειά μου, όπως ας πούμε, χαρτιά, φωτογραφίες, σημειώσεις, υλικά από τα σκουπίδια. Διάφορα παράταιρα και άχρηστα πράγματα με την πρώτη ματιά, δηλαδή ένα σπασμένο παιχνίδι, μία κασέτα κασετοφώνου, όπως την ξέραμε παλιά, ένα πετσετάκι, μια υφή από ένα ύφασμα, τα οποία με κάποιο τρόπο μπορώ να τα εντάξω μέσα στο χαρακτικό μου. Ας πούμε, θα αναρωτηθείτε ένα ύφασμα, τι το κάνεις; Παίρνω την υφή, δηλαδή το πώς είναι πλεγμένη η κλωστή μέσα στο ύφασμα για να μπορέσω να να συμπληρώσω μία φόρμα. Φόρμα είναι μία επιφάνεια, ας πούμε πάνω στο μέταλλο, δηλαδή μπορώ να περάσω αυτή την πλέξη ως υφή πάνω στη μεταλλική μήτρα. Και διάφορα πράγματα, διάφορα σχέδια, διάφορες εκφράσεις προσώπων. Και μπορώ να τα χρησιμοποιήσω με κάποιο τρόπο, ψάχνοντας να βρω κάθε φορά ποιο θα είναι το καινούργιο μου χαρακτικό. Ο πότε επειδή όλα μου τα εργαστήρια που έχω στήσει, από όλα αυτά τα χρόνια μοιάζαν μεταξύ τους, και όλα αυτά βγάζανε μία κοινή ατμόσφαιρα. Και αποφάσισα να εκθέσω αυτόν τον κόσμο, γιατί πλέον ήταν ένας κόσμος ολόκληρος. Και με τα animation δημιουργήθηκε ένας κόσμος γιατί εκτός από την εικόνα που βλέπετε, έκανα και τον ήχο, δηλαδή συλλέγω και ήχους. Οπότε εφόσον είχε ήχο, εικόνα, και αισθητική θεώρησα ότι αποτελεί έναν κόσμο. Γι αυτό ονομάστηκε “Το εργαστήρι του Χριστόφορου Κατσαδιώτη”. Και ήταν και ένα ρίσκο, διότι αυτό αποτελεί για τους περισσότερους σαβούρα, αλλά όμως για μένα είναι χρήσιμο και αυτή η αισθητική είναι μια ονειρική αισθητική για μένα, η οποία κάθε άλλο παρά άχρηστη μου είναι, δηλαδή μου είναι χρήσιμη για να εκφραστώ. Β.Μ. Δεν ξέρω αν και πόσο ρίσκο είναι. Το ότι εκθέτετε την διαδικασία, γιατί είναι κάτι που γενικά η σύγχρονη τέχνη το διερευνά και στις παραστατικές τέχνες και στο θέατρο και στο χορό. Δηλαδή πώς είναι η διαδικασία τελικά και όχι το τελικό αποτέλεσμα; Ποιο είναι το ατελές; Υπήρχε η πρόθεση αυτή, στην έκθεση; Χ.Κ. Όχι, δεν υπήρχε κάποια πρόθεση. Η πρόθεση ήταν η ειλικρίνεια. Απέναντι μου. Δηλαδή το ρίσκο είναι ότι για κάποιους είναι κομμένα χαρτιά, τα οποία είναι για πέταμα. Όμως είναι ο κόσμος μου. Δεν είδα τι γίνεται αυτή τη στιγμή στη σύγχρονη εικαστική σκηνή. Εγώ είπα να βγάλω τον εαυτό μου προς τα έξω. Β.Μ. Είδα ότι η έκθεση στηνόταν και πριν το περιστατικό στην Εθνική Πινακοθήκη. Χ.Κ. Η έκθεση έχει ξεκινήσει να συζητιέται δυόμιση χρόνια πριν. Κανείς δεν ήξερε ακριβώς τι πάω να κάνω. Ξέραν όμως ότι θα εκθέσω animation χαρακτικής. Β.Μ. Το λέω αυτό γιατί μετά το περιστατικό αυτό, θέλαμε να μάθουμε περισσότερα για εσάς, ποιος είστε. Έμοιαζε ότι ήταν πολύ στοχευμένο να λέγεται “Στο εργαστήριο του Χριστόφορου Κατσαδιώτη”. Χ.Κ. Τελικά ήταν στοχευμένο, διότι αποτυπώθηκε και μια άλλη πτυχή. Β.Μ. Τα θέματά σας πάντως δεν είναι μόνο θεολογικά; Χ.Κ. Όχι, αλλά έχω πολύ αναφορά. Έχει πολύ πράγμα από εκκλησίες, γ ιατί πάω σε εκκλησίες. Δηλαδή έχει Αγίους πάνω στα αποκόμματα, ύμνους, έχει σταυρούς, έχει αναφορές στην θρησκευτική εννοιολογία, γιατί είναι μες στην κουλτούρα μας. Έχουμε μεγαλώσει από αυτό. Ζούμε μέσα σε παραδόσεις, έχουμε έθιμα, έχουμε διάφορα κοινωνικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την εκκλησία. Δεν με αφήνει αδιάφορο. Β.Μ. Άρα η θρησκεία είναι ένα θέμα που σας ενδιαφέρει να το διερευνάτε; Χ.Κ. Με ενδιαφέρει, γιατί χρησιμοποιείται ως μέσο από την κοινωνία μας, τη σύγχρονη. Σήμερα χρησιμοποιείται η θρησκεία για να οριοθετήσει, να κατευθύνει. Είναι ένα είδος καταστολής. Και κατεύθυνσης. Φυσικά με ενδιαφέρει. Β.Μ. Και όχι μόνο ο χριστιανισμός φαντάζομαι, γιατί βλέπουμε και την επιρροή που έχουν όλες οι θρησκείες στην παγκόσμια ισορροπία. Χ.Κ. Ναι, με ενδιαφέρουν όλες οι θρησκείες, δηλαδή πώς το χρησιμοποιεί η κοινωνία, το μέσο, το θρησκευτικό για να πάρει αποφάσεις πολιτικού χαρακτήρα. Βλέπουμε τι γίνεται, με τους πολέμους. Η εκκλησία δύσκολα παίρνει θέση. Ενώ θα έπρεπε, ηθικά δηλαδή. Βλέπουμε ο Αμερικανός Πρόεδρος να λέει ότι κατευθύνεται από το Θεό, να μιλάει για τη Βίβλο, ο υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής βγαίνει με το Σταυρό στο μέτωπο. Βλέπουμε μια τάση των πολιτικών να πιάσουνε μια μερίδα της κοινωνίας. Να τους έχουνε μαζί τους, ώστε να παίρνονται κάποιες αποφάσεις, πιο ανώδυνα, πιο εύκολα, γιατί έχουνε κάποιο κοινό από πίσω. Έτσι ανεβάζουνε και τα νούμερα τους, δηλαδή τα δημοσκοπικά και μπορούνε να προχωράνε με πιο πολύ θράσος. Β.Μ. Το περιστατικό στην Εθνική Πινακοθήκη έχει περάσει και ένα χρονικό διάστημα, ίσως έχετε πάρει μία απόσταση από αυτό πια, πώς το αντιμετωπίζετε; Χ.Κ. Μετά από την Πινακοθήκη ήρθε η επίθεση που μου έγινε γύρω στα 30, 40 άτομα όταν βγήκα από το ταξί, στο Δημοτικό Θέατρο Νεάπολης Συκεών για να μιλήσω στο συνέδριο εκπαιδευτικών εικαστικών στην Θεσσαλονίκη. Εκεί παρενέβησαν οι δυνάμεις της αστυνομίας. Και με προφύλαξαν σε ένα δωμάτιο και τέλος πάντων γίνανε διάφορα κινηματογραφικά σκηνικά, οπότε είναι και άλλα περιστατικά που έχουν γίνει. Β.Μ. Πώς κρίνετε τη στάση εθνικής πινακοθήκης; Γιατί εκεί υπήρξαν λίγο παλινωδίες σε σχέση με το αν θα εκτεθούν ξανά τα έργα σας; Χ.Κ. Όχι, από την αρχή, δεν υπήρχε θέμα διαπραγμάτευσης, αν θα εκτεθούν ή όχι. Υπήρχε η συζήτηση, ο τρόπος με τον οποίον θα γίνει η σωστή επανατοποθέτηση. Για την ασφάλεια του προσωπικού και για να μην καταστραφούν τελείως τα έργα. Β.Μ. Γιατί η Εθνική Πινακοθήκη ανακοίνωσε ότι τα έργα θα παραμείνουν στο δάπεδο και μετά αυτό άλλαξε. Χ.Κ. Ναι. Ήταν μία απόφαση την οποία πήραμε μαζί, διότι συμφώνησα στο να γίνει αυτό. Άλλαξε η απόφαση διότι είναι κάτι που ίσως δεν γνωρίζει ο κόσμος. Κάθε μεσημέρι – απόγευμα μαζευόντουσαν ομάδες ακροδεξιών, οι οποίοι ήθελαν να πατήσουν πάνω στα πατημένα, πάνω στα σπασμένα. Αυτό δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί από 2 -3 υπαλλήλους μέσα στην πινακοθήκη κινδύνευαν οι άνθρωποι. Κινδύνευαν και τα έργα, αλλά το θέμα είναι ότι ήταν οι άνθρωποι που κινδύνευαν κυρίως. Οπότε έπρεπε να παρθεί μία απόφαση, δεν μπορούσε να συνεχιστεί αυτό, και αν θέλετε ήτανε και μία αντίδραση στο να σταματήσουμε να δίνουμε εικόνα βίας, διότι τα σπασμένα είναι μία εικόνα βίας και να συμμαζέψουμε μόνοι μας την κατάσταση και να δούμε πώς θα ανταπεξέλθουμε, πως θα τα τα συμμαζέψουμε και να τα ξανατοποθετήσουμε. Η κα Συραγώ Τσιάρα, από την αρχή ποτέ δεν έθεσε τέτοιο θέμα, ότι μπορεί να μην τα ξαναβάλουμε. Δεν ήτανε τόσο απέναντι στα έργα μου το θέμα, ήτανε το θέμα απέναντι στην ελευθερία της έκφρασης στην τέχνη και στο θεσμό της δημοκρατίας, δηλαδή ότι μπορεί να εκφραστεί και μία άλλη άποψη. Κα ι, ας πούμε, μετά στην επόμενη επίθεση στη Θεσσαλονίκη, εμένα προσωπικά μου δημιουργήθηκε η απορία “Μα τι δημοκρατία είναι αυτή που ζούμε όταν για να μπορώ να πω μία άλλη άποψη, χρειάζομαι την παρέμβαση των ΜΑΤ για να με προστατέψουν;” Γιατί ήρθαν και τα ΜΑΤ; Οπότε δεν τηρείται το άρθρο του Συντάγματος περί ελευθερίας της έκφρασης, όταν χρειάζεσαι προστασία. Β.Μ. Έχετε προχωρήσει σε μηνύσεις και αγωγές; Χ.Κ. Βεβαίως, βεβαίως. Και μήνυση και αγωγή αποζημιώσεων. Οι οποίες κατατίθενται αυτές τις μέρες, αν δεν έχει γίνει ήδη από τον δικηγόρο μου. Β.Μ. Και προς τα 2 άτομα που προέβησαν στην ενέργεια αυτή. Χ.Κ. Βεβαίως. Β.Μ. Υπάρχουν και άλλα περιστατικά με άλλους καλλιτέχνες… Χ.Κ. Φυσικά, είναι Γιαβρόπουλος, Στεφανή, Ζαραλίκος που έχουν δεχτεί ενέργειες από τα ίδια άτομα, από το ίδιο κόμμα. Και όταν ολοκληρώνανε τις ενέργειες, τα ποσοστά δημοσκοπικά ανεβαίνανε, καταφέρνανε να πετύχουν αυτό που θέλανε. Στοχεύουν σε ένα κοινό με παρωπίδες, θρησκόληπτο. Είναι το ίδιο κοινό που στοχεύει και ο Trump. Β.Μ. Μετά και την ημερίδα στην Εθνική Πινακοθήκη για την ελευθερία της έκφρασης, και τις τοποθετήσεις νομικών με αποφάσεις δικαστηρίων σχετικά με αυτό το θέμα, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι νομικά οι δικαστές έκριναν το θέμα κυρίως σε σχέση με την πρόθεση του καλλιτέχνη: αν είχε στόχο να προσβάλλει ή να προκαλέσει-σατιρίσει. Εσείς μοιάζει να μην ήταν η πρόθεση σας να προσβάλλετε το θρησκευτικό αίσθημα μερίδας ανθρώπων. Ποια ήταν η πρόθεση σας; Χ.Κ. Μα δεν μπορούσα να διανοηθώ αυτή την αντίδραση. Δεν σκόπευα εκεί. Σκόπευα να εκφράσω την εποχή μου. Βλέπω γύρω μου πολέμους, καταστροφές, γίνεται χαμός. Και όχι μόνο πολιτικοκοινωνικά. Και η σχέση μας με τη φύση δηλαδή το κλίμα που αλλάζει, δηλαδή μια δυσαρμονία του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, την οποία την έχουμε προκαλέσει εμείς. Συν τους πολέμους, συν τα υπαρξιακά μας. Αναρωτιέμαι πώς λοιπόν η Παναγία, στην οποία στο συλλογικό ασυνείδητο, όταν έχουμε ένα πρόβλημα, λέμε όλοι καθημερινά σχεδόν “Αχ Παναγία μου”, πώς λοιπόν η Παναγία μπορεί να παραμένει αλώβητη; Ήρεμη, μπροστά σε όλη αυτή τη δυστυχία που βλέπουμε. Αυτός ήταν ο λόγος ύπαρξης των έργων μου. Ήταν να μεταφέρω το άγχος μου, και την αγωνία μου, για αυτό που βλέπω γύρω μου.