13/08/2025

«Γερμανία: Θύελλα Αντιδράσεων από Βιομηχάνους για τους Δασμούς του Τραμπ»

Την ανησυχία τους για την επιβολή επιπλέον δασμών από την αμερικανική κυβέρνηση στα εισαγόμενα ευρωπαϊκά προϊόντα εκφράζουν, εκτός από την κυβέρνηση, εκπρόσωποι της οικονομίας και της βιομηχανίας. Μιλούν για «υπαρξιακό κίνδυνο» και ζητούν τον περιορισμό της εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις ΗΠΑ. Οι οικονομολόγοι από την πλευρά τους ελπίζουν σε υπαναχώρηση της Ουάσινγκτον. Η

Γερμανία: Στο 2,6% ο πληθωρισμός το Φεβρουάριο

Ανησυχίες για την Επιβολή Δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες

Η ανησυχία σχετικά με την επιβολή νέων δασμών από την αμερικανική κυβέρνηση στα ευρωπαϊκά προϊόντα εκφράζεται όχι μόνο από κυβερνητικούς αξιωματούχους αλλά και από εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου. Αυτοί προειδοποιούν ότι πρόκειται για «υπαρξιακή απειλή» και ζητούν τη μείωση της εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις ΗΠΑ. Οι οικονομολόγοι ελπίζουν σε μια ανατροπή της πολιτικής που ακολουθεί η Ουάσινγκτον.

Η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) χαρακτήρισε το μέτρο αυτό ως «σημάδι κινδύνου» για τη βιομηχανία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ο Βόλφγκανγκ Νίντερμαρκ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της BDI, τόνισε ότι «μια εμπορική αντιπαράθεση μεταξύ δύο τόσο στενά συνδεδεμένων οικονομικών περιοχών όπως η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα έχει αρνητικές συνέπειες στην οικονομική ανάπτυξη, την καινοτομία και τελικά στην εμπιστοσύνη στη διεθνή συνεργασία».Υπογράμμισε επίσης ότι οι εβδομάδες που απομένουν μέχρι να εφαρμοστούν οι δασμοί στις 1 Αυγούστου πρέπει να αξιοποιηθούν για διαπραγματεύσεις επί ίσοις όροις, καθώς οι ΗΠΑ είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας.

Ο Γερμανικός Σύνδεσμος Εξωτερικού Εμπορίου (BGA) ζήτησε σθεναρή διαπραγμάτευση εκ μέρους της ΕΕ, αναφερόμενος στη στρατηγική των διαπραγματεύσεων που ακολουθεί η Ουάσινγκτον. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ντιρκ Γιαντούρα, η ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με τους δασμούς 30% αποτελεί «ένα καλά σχεδιασμένο κομμάτι της διαπραγματευτικής στρατηγικής», προσθέτοντας ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να εντυπωσιαστεί αλλά να επιδιώξει μια λογική λύση μέσω των διαπραγματεύσεων. Τόνισε επίσης τη σημασία περιορισμού της εξάρτησης από την αγορά των ΗΠΑ: «Μια συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με χώρες ASEAN καθώς και ταχεία επικύρωση των συμφωνιών mercosur είναι απαραίτητες».

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται το Γερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο (DIHK), το οποίο ζήτησε μια συνολική συμφωνία μεταξύ ΕΕ – ΗΠΑ σε όλους τους τομείς. Όπως δήλωσε ο Φόλκερ Τράιερ, Διευθυντής Εξωτερικού Εμπορίου του DIHK στο πρακτορείο Reuters: «Οι εταιρείες μας χρειάζονται σαφείς προοπτικές για τις εμπορικές σχέσεις μας με τον μεγαλύτερο οικονομικό μας εταίρο». Υπόγραψε πως μόνο μια ισχυρή συμφωνία μπορεί να επαναφέρει την προβλεψιμότητα.

Η Χίλντεγκαρντ Μίλερ, πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Αυτοκινητοβιομηχανίας (VDA), ανέφερε στο ARD ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο πολλές επιχειρήσεις: «Είναι θλιβερό που πλησιάζει περαιτέρω κλιμάκωση αυτής της εμπορικής σύγκρουσης», πρόσθεσε σημειώνοντας πως ήδη τα κόστη ανέρχονται σε δισεκατομμύρια ευρώ καθημερινά.

Η Γερμανική Ένωση Μηχανολόγων Μηχανικών (VDMA) υποστήριξε πως ένας φόρος 30% στις εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να απειλήσει σοβαρά πολλές επιχειρήσεις: «Πολλές εταιρίες μπορούν να αντέξουν έναν φόρο 10%, αλλά τα πράγματα γίνονται πολύ πιο δύσκολα με ένα ποσοστό 30%», δήλωσε ο πρόεδρος Μπέρτραμ Κάουλατ στο Politico καλώντας παράλληλα για μεγαλύτερη έμφαση στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ωστόσο, αρκετοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι υπάρχει πιθανότητα αλλαγής στάσης εκ μέρους των ΗΠΑ βάσει προηγούμενων παραδειγμάτων. Ο σύμβουλος υπουργού Οικονομικών Λαρς Κλινγκμπάιλ Γενς Σούντεκουμ δήλωσε στην Frankfurter Allgemeine Zeitung: «Ο Τραμπ έχει ιστορία ισχυρών δηλώσεων που συχνά συνοδεύονται από υπαναχωρήσεις». Παρόμοια ά وجهα εξέφρασε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Κιέλου Μόριτς Σούλαρκ λέγοντας πως θεωρεί υψηλή την πιθανότητα υποχώρησης του Ντόναλντ Τραμπ. Αν όμως αυτό δεν συμβεί προειδοποίησαν πως η γερμανική οικονομία θα υποστεί σοβαρούς κραδασμούς.» Το ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί κατά 0,5-0,6 μονάδες μέχρι το 2026», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αυτό δεν σημαίνει ύφεση λόγω άλλων προγραμματισμένων κυβερνητικών παρεμβάσεων.