«Κρεμλίνο: Αντίκτυποι στο Ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ουκρανία – Θετικά Μηνύματα για τις ΗΠΑ»
Σαφή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις διπλωματικές πρωτοβουλίες της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών χάραξε τη Δευτέρα το Κρεμλίνο. Μέσω του κορυφαίου συμβούλου εξωτερικής πολιτικής, Γιούρι Ουσάκοφ, η ρωσική ηγεσία απέρριψε κατηγορηματικά την ευρωπαϊκή αντιπρόταση για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό παράθυρο διαλόγου πάνω στη βάση του αμερικανικού ειρηνευτικού σχεδίου. Η τοποθέτηση της
Διπλωματικές Εξελίξεις για τον Πόλεμο στην Ουκρανία
Μια σαφής διάκριση μεταξύ των διπλωματικών προσπαθειών της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών καθορίστηκε τη Δευτέρα από το Κρεμλίνο. Μέσω του κορυφαίου συμβούλου εξωτερικών υποθέσεων Γιούρι Ουσάκοφ, η ρωσική κυβέρνηση απέρριψε χωρίς αμφιβολία την ευρωπαϊκή εναλλακτική πρόταση για την επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία, ωστόσο διατηρεί ανοιχτό το ενδεχόμενο διαλόγου με βάση το ειρηνευτικό σχέδιο που προτείνεται από τις ΗΠΑ.
Η στάση αυτή της Μόσχας δείχνει την προτίμησή της να επικοινωνήσει κυρίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μειώνοντας τη σημασία της ευρωπαϊκής παρέμβασης. «Δεν μας κάνει η ευρωπαϊκή πρόταση» δήλωσε ο κ. Ουσάκοφ σε δημοσιογράφους στη Μόσχα, ξεκαθαρίζοντας τη θέση τους σχετικά με την ευρωπαϊκή εναλλακτική που κατατέθηκε ως απάντηση στο αμερικανικό σχέδιο των 28 σημείων. «Το ευρωπαϊκό σχέδιο φαίνεται αρχικά μη εποικοδομητικό και δεν είναι αποδεκτό για εμάς», τόνισε χαρακτηριστικά, κλείνοντας έτσι ουσιαστικά τη συζήτηση γύρω από την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία.
Αντίθετα, η αντίληψη του Κρεμλίνου απέναντι στο αμερικανικό κείμενο είναι εμφανώς πιο θετική. Σύμφωνα με πληροφορίες από το Reuters, ο σύμβουλος του Βλαντιμίρ Πούτιν επισήμανε ότι αν και υπάρχουν κάποιες ενστάσεις, γενικά εκλαμβάνεται θετικά η βάση του σχεδίου που προωθείται από τις ΗΠΑ. «Όχι όλα τα σημεία αλλά αρκετά στοιχεία αυτού του αμερικανικού σχεδίου μας φαίνονται σε μεγάλο βαθμό αποδεκτά», δήλωσε ο κ. Ουσάκοφ.
Επιπλέον διευκρίνισε ότι κάποιες πτυχές της αμερικανικής πρότασης προκαλούν ανησυχίες στη Ρωσία και «απαιτούν περαιτέρω συζητήσεις», γεγονός που προαναγγέλλει σφοδρές διαπραγματεύσεις στο μέλλον.
