Υποχρεωτικά πλέον τα προληπτικά μέτρα πυροπροστασίας στα ακίνητα

Με εγκύκλιο που εξέδωσε η αρμόδια αρχή τίθεται σε ισχύ η υποχρεωτικότητα λήψης των μέτρων πυροπροστασίας στις οικίες, ενόψει της αντιπυρικής περιόδου που ξεκινά.
Η αμέλεια των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις της Κοινής Υπουργικής Απόφασης που τέθηκε σε ισχύ με τη σχετική εγκύκλιο, θα επιφέρει σημαντικά πρόστιμα, ανάλογα με τη ζώνη επικινδυνότητας της περιοχής.
Διαβάστε αναλυτικά την εγκύκλιο:
Α. Γενικά:
Ο κανονισμός αποσκοπεί στην αύξηση της ανθεκτικότητας και στην ενίσχυση του βαθμού πυρασφαλείας των ακινήτων που βρίσκονται εντός ή πλησίον δασικών εκτάσεων. Στόχος είναι η προστασία της ζωής και της υγείας του κοινού, του φυσικού περιβάλλοντος και των δασικών οικοσυστημάτων, καθώς και των ακινήτων με περιορισμό της συμβολής τους στην μετάδοση της φωτιάς. Σημαντικός παράλληλα στόχος του κανονισμού είναι η ενημέρωση, η ευαισθητοποίηση και η προετοιμασία του κοινού για την αντιμετώπιση κινδύνων από δασικές πυρκαγιές, οι οποίοι έχουν ενταθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Β. Πεδίο εφαρμογής:
Ο κανονισμός αφορά σε δομημένα ακίνητα που βρίσκονται μέσα σε δάση, δασικές εκτάσεις, περιαστικό πράσινο, κηρυγμένες δασωτέες, αναδασωτέες και χορτολιβαδικές εκτάσεις, καθώς και σε ακτίνα τριακοσίων (300) μέτρων από τα όρια των εκτάσεων αυτών. Αφορά επίσης κτίσματα εντός πάρκων και αλσών πόλεων και οικιστικών περιοχών.
Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση των αλσών, ο κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στα κτίρια που βρίσκονται εντός αυτών και όχι στα όμορα του άλσους ακίνητα, ούτε και σε αυτά που έχουν πρόσωπο στο άλσος. Αυτό γίνεται λόγω ικανής δυνατότητας ελέγχου, περιορισμού της μετάδοσης, πρόσβασης και επέμβασης των δυνάμεων σε περίπτωση εκδήλωσης φωτιάς εντός άλσους ή πάρκου τα οποία περιβάλλονται από οικιστική δόμηση. Με τον ίδιο τρόπο δύναται να αντιμετωπίζονται και μεμονωμένοι δασικοί θύλακες μικρής έκτασης σε εντός σχεδίου περιοχές οι οποίοι περιβάλλονται από δόμηση. Αντίθετα, στους οικισμούς, καθώς και σε οικιστικές πυκνώσεις που περιβάλλονται στο σύνολό τους από δασικές εκτάσεις, ο κίνδυνος μετάδοσης της φωτιάς από τη δασική έκταση στον οικισμό ή αντίστροφα είναι αυξημένος και λιγότερο ελεγχόμενος, με αποτέλεσμα να προβλέπεται στον κανονισμό διαφορετική διαδικασία (άρθρο 4 του Κεφαλαίου Δεύτερου), η οποία αναλύεται παρακάτω. Διευκρινίζεται επίσης ότι ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε καλλιεργούμενες εκτάσεις, ούτε στην περίπτωση που υπάρχει εντός αυτών κτίσμα βοηθητικής χρήσης για την αποθήκευση εξοπλισμού, εργαλείων και υλικών που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση γεωργικής δραστηριότητας.
Γ. Διαδικασία:
Σημειώνεται ότι οι τεχνικοί κανονισμοί εν γένει και εν προκειμένω ο κανονισμός του θέματος, εφαρμόζεται σε όλα τα ακίνητα με κτίρια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, ως απαίτηση της πολεοδομικής νομοθεσίας και εξειδίκευση ρύθμισης θεμάτων κτιριοδομικού περιεχομένου που βελτιώνουν την υγεία και την ασφάλεια των ενοίκων, των περιοίκων και των κτιρίων και προστατεύουν το περιβάλλον, χωρίς δυνατότητα εξαίρεσης λόγω άλλων παραγόντων, όπως τυχόν ασφάλιση του κτιρίου.
Ειδικότερα, η διαδικασία μελέτης κατά τις προβλέψεις του κανονισμού, περιλαμβάνει τρία στάδια: την αξιολόγηση της επικινδυνότητας του ακινήτου, τη σύνταξη τεχνικής έκθεσης μέτρων και ενεργειών, καθώς και τη δήλωση εφαρμογής τους από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου.
1. Η αξιολόγηση της επικινδυνότητας των ακινήτων γίνεται: βάσει των έξι ομάδων κριτηρίων του άρθρου 5 του Κεφαλαίου Πρώτου του κανονισμού. Η αξιολόγηση αυτή γίνεται για την περιοχή επιρροής του ακινήτου και αποτυπώνεται στο Έντυπο αξιολόγησης επικινδυνότητας από το οποίο προκύπτει η κατάταξή του (χαμηλή, μέση, υψηλή και ιδιαίτερα υψηλή). Στον κανονισμό υφίστανται στοιχεία, σύνδεσμοι και παραρτήματα για τη διευκόλυνση του έργου των συντακτών της αξιολόγησης.
Το έντυπο αξιολόγησης συντάσσεται άπαξ και επανασύνταξή του απαιτείται μόνο στην περίπτωση που τροποποιηθούν οι παράμετροι που λήφθηκαν υπόψη κατά την αξιολόγηση (όπως για παράδειγμα τυχόν αλλαγή στο πλάτος της οδού πρόσβασης στο ακίνητο, προσθήκη σημείου υδροληψίας πυροσβεστικού οχήματος, δόμηση νέων κτιρίων στα όμορα ακίνητα με επίπτωση στον δείκτη της πυκνότητας του δομημένου περιβάλλοντος) εφόσον επιφέρουν μεταβολή στην κατηγορία επικινδυνότητας του ακινήτου.