25/06/2025

Εργατική Πρωτομαγιά: Τι είναι και πότε γιορτάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα

1-may-card-international-workers-day-vector-14410381

Η 1η Μαΐου του 1886 στο Σικάγο, όπου οι διεκδικήσεις για οκτάωρη εργασία συνοδεύτηκαν από τη βίαιη καταστολή των κινητοποιήσεων και τον απαγχονισμό των πρωταγωνιστών του εργατικού ξεσηκωμού, είχε σημαντικό αντίκτυπο στις διεθνείς οργανώσεις του σοσιαλιστικού και εργατικού κινήματος.

Σε ανάμνηση αυτής της εξέγερσης, καθιερώθηκε η Πρωτομαγιά σαν παγκόσμια μέρα της εργατικής τάξης, ύστερα από απόφαση που πήρε η ιδρυτική συνέλευση της Δεύτερης Διεθνούς στο Παρίσι (που πραγματοποιήθηκε στις 14/7/1889 και στην οποία μετείχαν 391 αντιπρόσωποι συνδικάτων από 20 χώρες).

Από τη στιγμή που η Πρωτομαγιά καθιερώθηκε σα μέρα διεθνούς διαμαρτυρίας της εργατικής τάξης, συνδέθηκε με τους εργατικούς αγώνες και επιβλήθηκε – μέσα από νίκες και ήττες – σαν εκδήλωση της αλληλεγγύης και της ενότητας του παγκόσμιου εργατικού κινήματος.

Ο εορτασμός της αγωνιστικής επετείου της 1ης Μαΐου στην Ελλάδα, γιορτάστηκε πρώτη φορά μαζικά το 1893 μπροστά από το Παναθηναϊκό Στάδιο με 2000 συγκεντρωμένους, σύμφωνα με τον σοσιαλιστικό Τύπο της εποχής.

Πρόκειται για τεκμήρια από το αρχείο του διανοούμενου και εκδότη Σταύρου Καλλέργη, ιδρυτή του Σοσιαλιστικού Συλλόγου και εκδότη του «Σοσιαλιστή», πρωταγωνιστή της ιστορικής εκείνης περιόδου «κατά του άθλιου πλουτοκρατικού συστήματος».

Το αρχείο του εναπόκειται στο ιστορικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη μετά από δωρεά του Ιδρύματος Κοινωνικών και Ιστορικών Ερευνών «Σταύρος Καλλέργης». Ακολουθεί απόσπασμα από τον κατάλογο «Αρχείο Σταύρου Καλλέργη. Ψηφίδες από τον σχεδιασμό της σοσιαλιστικής πολιτείας» που κυκλοφόρησε το 2013 από την Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη, σε επιμέλεια Κωστή Καρπόζηλου.

[…] Η πρώτη διακριτή εμφάνιση των σοσιαλιστών στον δημόσιο χώρο, με τη συγκέντρωσή τους για τον εορτασμό της διεθνούς ημέρας των εργατών τον Μάιο του 1893, επιβεβαιώνει αυτήν την αίσθηση. Έως τότε, ο εργατικός χαρακτήρας της ημέρας αφορούσε πολύ λίγους – το 1891 ομάδα σοσιαλιστών με επικεφαλής τον Καλλέργη φωτογραφήθηκε ομαδικά, το 1892 οι συγκεντρωμένοι δεν ήταν παραπάνω από τριάντα. Στις 2 Μαΐου του 1893 ο έως τότε αδιάφορος αθηναϊκός τύπος έστρεψε τη ματιά του προς το Στάδιο, εκεί όπου εκατοντάδες –δύο χιλιάδες κατά τον Σοσιαλιστή– «υπό μισθόν πάσχοντες» άκουσαν τον Σταύρο Καλλέργη να διαβεβαιώνει ότι «η πρόοδος βαδίζει τον δρόμον της» και οι εργατικές διεκδικήσεις «του παρόντος» θα οδηγήσουν «εν τω μέλλοντι» στην «κατάργησιν του κληρονομικού δικαιώματος και της ιδιοκτησίας».

Οι εργατικές διεκδικήσεις του παρόντος κωδικοποιούνταν στην κατοχύρωση της οκτάωρης εργασίας με ανάπαυση την Κυριακή και την παροχή επιδομάτων στους «εκ της εργασίας παθόντας».

Η επικοινωνία με τα κοινά αιτήματα και τις πρακτικές του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος επεκτεινόταν σε εμφατικές λεπτομέρειες, όπως οι ερυθρές κονκάρδες «επί της κομβιοδόχης» των συγκεντρωμένων.

Τα αιτήματα της συγκέντρωσης, που διατυπώθηκαν στο ψήφισμα, ήταν τα εξής :

Την Κυριακήν καθ΄όλην την ημέραν να κλείουν τα καταστήματα.

Να περιορισθή η εργασία των εργατών εις οκτώ ώρας από δώδεκα και πλέον που εργάζονται.

Οι εν ενεργεία παθόντες εργάται να συντρέχωνται υπο του κράτους και των συναδέλφων των.

[…] Την πρώτη Μαΐου του 1894, στο Στάδιο, ο αριθμός των συγκεντρωμένων ήταν μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά, επιβεβαιώνοντας το ενδιαφέρον, ανάμικτο με περιέργεια, για τις σοσιαλιστικές ιδέες και τα δημόσια πρόσωπα του κινήματος, τον Πλάτωνα Δρακούλη και τον Σταύρο Καλλέργη, που ήταν οι κύριοι ομιλητές. Οι παρέες και οι οικογένειες -«αι εργατικαί τάξεις [που] εποίκιλλον το πολύ αυτό πλήθος»- στα καφενεία και στην ύπαιθρο, όπως και οι εκατοντάδες περιπατητές πέριξ του Σταδίου, προσέδωσαν επιπλέον όγκο στη σοσιαλιστική συγκέντρωση.

Διανομή φυλλαδίων, ερυθρά σήματα «επί της κομβιοδόχης», το ψήφισμα της συγκέντρωσης, οι λόγοι των Δρακούλη, Καλλέργη και Μαρκαντωνάτου επιβεβαίωσαν την τυπολογία της εργατικής Πρωτομαγιάς.

Τα αιτήματα της συγκέντρωσης, που διατυπώθηκαν στο ψήφισμα, ήταν τα εξής :

«Την Κυριακήν να κλείωνται τα καταστήματα καθ’ όλην την ημέραν και οι εργάται ν΄αναπαύωνται.

Οι εργάται να εργάζωνται επί 8 ώρας την ημέραν και ν΄ απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.

Να απονέμεται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.

Η πυκνότητα των αναφορών στην «ευταξία» της δημόσιας συνάθροισης υπογραμμίζει τον απόηχο της ορμητικής εμφάνισης των σοσιαλιστών τον Δεκέμβριο του 1893 και των ευρωπαϊκών ειδήσεων για τον συγκρουσιακό χαρακτήρα της ημέρας: «η αστυνομία […] έλαβε τα κατάλληλα μέτρα προς «ήμερον διεξαγωγήν της συγκεντρώσεως», «γραφικόν ήτο το θέαμα των διασχιζόντων το πλήθος απείρων αστυφυλάκων, των εφίππων χωροφυλάκων, των ιππέων και των αξιωματικών», «εθεάθησαν αστυφύλακες τινές, εκ των διαταχθέντων όπως επιβλέπωσιν την τάξιν, διανέμοντες κρυφίως προ- κηρύξεις εις το πλήθος των θεατών». Δικαιολογώντας την άρνησή του να παραστεί ως ομιλητής, ο αρχισυντάκτης του Μεταρρυθμιστή Δημήτριος Ζαλούχος επικαλέστηκε τον κίνδυνο να «διαβληθώμεν […] ότι εμείς εξηγείρομεν και ερεθίζομεν τους εργάτας».

Η πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση του 1894 υπήρξε η τελευταία του 19ου αιώνα.

Το 1895, η επιτροπή του σοσιαλιστικού συλλόγου «Άρδην» γνωστοποίησε «ότι σήμερον 1ην Μαΐου ημέραν εορτής των σοσιαλιστών δεν θα προβώμεν εις ουδεμίαν εκδήλωσιν των φρονημάτων μας», ενώ τα επόμενα χρόνια οι ειδήσεις αφορούσαν αποκλειστικά την -«μελαγχολικωτέρα» το 1897- «εορτή των ανθέων» και των ρομαντικών περιπατητών. Η ανησυχία του Ζαλούχου έμελε να επιβεβαιωθεί: από τον Μάιο του 1894 οι σοσιαλιστές γνώρισαν ποικίλες διώξεις, οι διαβρωτικές επιπτώσεις των οποίων άφησαν ορατά ίχνη στη διαμόρφωση του σοσιαλιστικού κινήματος. Οι εξελίξεις είχαν ως αφετηρία τη σύλληψη στις 27 Μαΐου του Ευάγγελου Μαρκαντωνάτου, που ήταν ομιλητής στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση και ηγετική μορφή του Σοσιαλιστικού Συλλόγου. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Μαρκαντωνάτος είχε εκβιάσει για τις ανάγκες του κινήματος τον Ανδρέα Συγγρό, απαιτώντας 25.000 δραχμές προς «εξιλασμόν» του βίου του. Άλλοι έντεκα σοσιαλιστές (μεταξύ αυτών οι Αλέξανδρος Ματιάτος, και Διονύσιος Μάργαρης) συνελήφθησαν ύστερα από τρεις μέρες […]

Χρειάστηκε να περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια, ως το 1911 που γιορτάστηκε και πάλι η εργατική Πρωτομαγιά. Σ΄ όλο αυτό το διάστημα ξέσπασαν μεγάλες απεργίες σε όλες σχεδόν τις πόλεις της χώρας και πολλούς κλάδους.

Πολλά επίσης Σωματεία και δευτεροβάθμιες οργανώσεις δημιουργήθηκαν, όπως το Ε.Κ. Βόλου το 1908, η Φεντερασιόν το 1909 και το Ε.Κ.Αθήνας το 1910.

Στα 1911 η Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης αναλαμβάνει τη διοργάνωση της εργατικής Πρωτομαγιάς στη Θεσσαλονίκη. Οι αστυνομικές δυνάμεις επεμβαίνουν και συλλαμβάνουν τους πρωτεργάτες, ανάμεσα σ΄αυτούς τον Μπεναρόγια, που εξορίζεται στη Σερβία.

Το 1911 αποφασίστηκε να ξαναγιορτασθεί η Πρωτομαγιά με πρωτοβουλία του Ν.Γιαννιού στο Μέτς, με κεντρικό σύνθημα «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση και 8 ώρες ύπνο”.

Την επόμενη χρονιά (1912) γιορτάστηκε και πάλι στο Μετς, η Αστυνομία οδήγησε τους Γιαννιό, Αποστολίδη και Παπαγιάννη στα γραφεια της γιατί «δεν είχαν άδειαν», όπου τελικά αφέθησαν ελεύθεροι.

Από το 1912 έχουμε και πάλι μακρόχρονη διακοπή του εορτασμού της Πρωτομαγιάς που θα ξαναγίνει το 1919.

Στο μεσοδιάστημα αυτό, ψηφίστηκε ο Ν.281/1914 «περί Σωματείων» με τον οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και τα σωματεία αρχίζουν να αποκτούν καθαρά εργατικό χαρακτήρα. Εχει επίσης ιδρυθεί η ΓΣΕΕ (1918) καθώς και αρκετά Εργατικά Κέντρα. Ο εορτασμός του 1919 απετέλεσε και την αφορμή για μια κρίση στη ΓΣΕΕ που οδήγησε σε διάσπαση. Τελικά γιορτάστηκε σε 12 πόλεις πανελλαδικά.